Η περασμένη Δευτέρα ξημέρωσε με μια νέα πολιτική κρίση στην Ευρωζώνη. Το κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, απέσυρε τη στήριξή του από την κυβέρνηση του Μάριο Μόντι με αποτέλεσμα ο Ιταλός πρωθυπουργός να δηλώσει ότι παραιτείται. Η κίνηση αυτή προκάλεσε τριγμούς στο ευρώ και στις αγορές αλλά πολύ γρήγορα οι όποιες απώλειες έδωσαν τη θέση τους σε κέρδη.
Η συνεχιζόμενη άνοδος των αγορών επιχειρεί να κρύψει το πραγματικό πρόβλημα που έχει ανακύψει. Μάλιστα με το γερμανικό δείκτη DAX να κινείται σε νέα υψηλά έτους, είναι ολοφάνερο ότι η Γερμανία προσπαθεί να κρύψει τα προβλήματα κάτω από το χαλάκι.
Σε πολιτικό επίπεδο τώρα, η δήλωση αποχώρησης του Μάριο Μόντι, «πάγωσε» τη Μέρκελ αλλά και κάθε άλλο φιλο-Γερμανό Ευρωπαίο αξιωματούχο. Η Μέρκελ άμεσα ζήτησε συνάντηση με τον Μόντι, ενώ ένας ολόκληρος επικοινωνιακός μηχανισμός στήθηκε στη στιγμή, προκειμένου να προστατέψουν το προφίλ του Ιταλού πρωθυπουργού και να εκθειάσουν την αποτελεσματικότητά του. Βέβαια, η αποτελεσματικότητα του Μάριο Μόντι θα είχε οδηγήσει την Ιταλία στο δρόμο της Ελλάδας και της Ισπανίας εάν δεν υπήρχε η παρέμβαση του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος υποσχέθηκε απεριόριστες αγορές ομολόγων, με αποτέλεσμα οι αποδόσεις των ιταλικών ομολόγων να πάρουν την κατιούσα.
Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα είναι ότι ο Μάριο Μόντι ευνοήθηκε από τις ενέργειες της ΕΚΤ, με αποτέλεσμα το επικοινωνιακό παιχνίδι της Γερμανίας να πείσει τους πάντες ότι τα σκληρά μέτρα αναγνωρίστηκαν από τις αγορές. Κανένας όμως δεν αναρωτήθηκε για ποιο λόγο οι αγορές δεν είχαν αναγνωρίσει τις αντίστοιχες ενέργειες άλλων χωρών.
Η ολοκλήρωση του 2012 επιτάσσει να επικρατήσει ηρεμία και άκρατη αισιοδοξία για το μέλλον. Οι αγορές ανεβαίνουν και θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν μέχρι όλοι να είναι σίγουροι ότι τα πάντα έχουν λυθεί. Ακόμα και όταν η Μέρκελ τονίζει ότι η κρίση θα διαρκέσει άλλα πέντε χρόνια και ακόμα όταν ο Λάρι Φινκ της BlackRock πιστεύει ότι ίσως χρειαστούν ακόμα και δέκα χρόνια.
Όπως όλα δείχνουν, το 2013 θα είναι ένα έτος καθοριστικών εξελίξεων. Για την Ιταλία, την Ευρωζώνη και τη Γερμανία. Ο Μπερλουσκόνι φαίνεται ότι θα επιχειρήσει να χρησιμοποιήσει τη δύναμη που του παρέχει η ίδια του η χώρα, εφόσον γίνει πρωθυπουργός. Η Ιταλία είναι χώρα με σημαντική βαριά βιομηχανία, με εξαγωγικό χαρακτήρα και με τουρισμό. Είναι προφανές ότι το όραμα της Γερμανίας για την Ευρωζώνη, αποδυναμώνει την ιταλική οικονομία.
Ο Μπερλουσκόνι είναι ο μοναδικός Ευρωπαίος πολιτικός που έχει τη δύναμη να πάει κόντρα στις αποφάσεις της Γερμανίας και να κάνει κάτι τέτοιο εκμεταλλευόμενος τόσο τη δύναμη της χώρας του όσο και απολαμβάνοντας τη στήριξη του σημαντικότερου οικονομικού και πολιτικού lobby. Ήδη έχουμε μια σειρά επιθετικών δηλώσεων τους τελευταίους μήνες και όλες έχουν ως στόχο τους τη Γερμανία και την πολιτική της.
Από αυτές τις δηλώσεις, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι ο Μπερλουσκόνι δεν θα διστάσει να τεντώσει το σκοινί της Ευρωζώνης προκειμένου να σταματήσει τη γερμανική επέλαση, η οποία θα είναι και εις βάρος της Ιταλίας. Δηλώσεις όπως, «να βγει η Γερμανία από το ευρώ» ή «Η Ιταλία δεν είναι υποχρεωμένη να παραμείνει σε ένα νόμισμα που δεν την κάνει ανταγωνιστική» δείχνουν ότι είναι έτοιμος για όλα. Ότι είναι έτοιμος για τη μεγάλη σύγκρουση στην Ευρωζώνη κατά την οποία η Γερμανία μπορεί να δει τις μέχρι τώρα ενέργειές της να γυρίζουν μπούμερανγκ.
Ο Μπερλουσκόνι δείχνει να μην υπολογίζει τις αγορές, αλλά δεν πιστεύουμε ότι είναι τόσο αφελής. Άλλωστε η Ιταλία είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά ομολόγων στον κόσμο μετά την Ιαπωνία και την Αμερική. Αυτό είναι το επόμενο μεγάλο πλεονέκτημα της Ιταλίας. Πάνω σε αυτή την αγορά έχουν στηθεί χρηματιστηριακά στοιχήματα τρισεκατομμυρίων.
Σε έκθεση της εταιρίας Rothschild για την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων το 2012 αναφερόταν το εξής: αν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ή οι κεντρικοί τραπεζίτες χάσουν τον έλεγχο της αποτελεσματικής διαχείρισης της κρίσης, τότε μια κρίση εγγυήσεων (collateral crisis) θα οδηγήσει στην κατάρρευση της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης.
Κατά τη διάρκεια του 2012, οι ενέργειες των Ευρωπαίων πολιτικών έκαναν το σενάριο της διάσπασης να φαντάζει πιθανό. Ήταν οι ενέργειες των κεντρικών τραπεζιτών που απέτρεψαν κάτι τέτοιο. Για πόσο ακόμα όμως;
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Κεφάλαιο στις 15.12.12
Σχολιάστε: