Πρόκειται για την πρόσφατη (τρίτη) μελέτη των οικονομολόγων της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Μελετών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου με τίτλο: «Ρήξη; Η διέξοδος από την κρίση της Ευρωζώνης». Οι συντελεστές της μελέτης που ανήκουν στην ομάδα Έρευνα για το Χρήμα και τον Χρηματοπιστωτικό Τομέα (Research on Money and Finance, RMF) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (SOAS) και συντονίζονται από τον καθ. Κώστα Λαπαβίτσα, τονίζουν μεταξύ άλλων:
Η κρίση της Ευρωζώνης είναι μέρος της παγκόσμιας αναταραχής που ξεκίνησε το 2007 ως αμερικάνικη κρίση στην αγορά ακινήτων, έγινε παγκόσμια τραπεζική κρίση, μετατράπηκε σε παγκόσμια ύφεση, και ως εκ τούτου οδήγησε σε κρίση του δημόσιου χρέους. Στα τέλη του 2011 υπάρχει ο κίνδυνος της επιστροφής σε μια τραπεζική κρίση στην Ευρώπη και αλλού. Στην καρδιά της αδυναμίας των Τραπεζών βρίσκεται το ιδιωτικό και το δημόσιο χρέος που συσσωρεύτηκε κατά την περίοδο της έντονης χρηματιστικοποίησης τη δεκαετία του 2000.
Το ευρώ είναι μια μορφή διεθνούς αποθεματικού νομίσματος που δημιουργήθηκε από μια ομάδα ευρωπαϊκών κρατών για να εξασφαλίσει πλεονεκτήματα υπέρ των Ευρωπαϊκών Τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων της .Το ευρώ επιχείρησε να γίνει ανταγωνιστικό έναντι του δολαρίου, αλλά χωρίς να έχει την υποστήριξη ενός αντίστοιχα ισχυρού ενιαίου κράτους. Το ευρώ έπαιξε ρόλο διαμεσολαβητή στην Ευρώπη ,στη διάρκεια της παγκόσμιας κρίσης που ξεκίνησε το 2007. Η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) δημιούργησε ένα τεχνητό διαχωρισμό μεταξύ κέντρου και περιφέρειας και εισήγαγε ανάμεσά τους , σχέσεις ιεραρχίας και διακρίσεων με αποτέλεσμα να αναδειχθεί η Γερμανία ως η κύρια οικονομική δύναμη της Ευρωζώνης.
Η πολιτική της Ευρωζώνης για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι βαθύτατα νεοφιλελεύθερη: περικοπή των δημόσιων δαπανών, αύξηση των έμμεσων φόρων, μείωση των μισθών, περαιτέρω απελευθέρωση των αγορών και ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές απειλούν να μετατοπίσουν την ισορροπία της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής εξουσίας υπέρ του κεφαλαίου και κατά της εργασίας σε όλη την Ευρώπη. Η λιτότητα είναι αντιφατική, διότι οδηγεί σε ύφεση με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται το βάρος του χρέους και να τίθενται σε κίνδυνο οι τράπεζες και περαιτέρω η ίδια η νομισματική ένωση. Αυτή η αντίφαση είναι συνδεδεμένη με τη φύση της ΟΝΕ ως συμμαχία διαφορετικών κρατών με διαφορετικές ανταγωνιστικότητες. Ως αποτέλεσμα, η ΟΝΕ, σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα έντονο δίλημμα: είτε να δημιουργήσει κρατικούς μηχανισμούς που θα μπορούσαν να επιβάλλουν πολιτικές αύξησης της ανταγωνιστικότητας στην περιφέρεια ή να υποστεί ρήξη.
Η εμμονή του διαχωρισμού μεταξύ πυρήνα και περιφέρειας, η απουσία αποτελεσματικών θεσμικών αλλαγών για την ίδια την ΟΝΕ, οι πιέσεις για λιτότητα και η απειλή κατά των τραπεζών δημιουργούν δυσμενείς συνθήκες για τις περιφερειακές χώρες. Οι μελλοντικές προοπτικές είναι δυσοίωνες και περιλαμβάνουν χαμηλή ανάπτυξη, υψηλή ανεργία και επιδείνωση του βάρους του χρέους. Η ικανότητα των περιφερειακών χωρών να παραμείνουν εντός της ΟΝΕ είναι υπό αμφισβήτηση και η πιο πιθανή υποψήφια για την άμεση έξοδο είναι η Ελλάδα, η οποία προφανώς δεν είναι σε θέση, ούτε να εξυπηρετήσει το δημόσιο χρέος της ,ούτε πληροί τις προϋποθέσεις των σχεδίων διάσωσης, κάνοντας αναπόφευκτη την αθέτηση πληρωμών. Ωστόσο, η αθέτηση πληρωμών υπό την ηγεσία των πιστωτών και εντός της ΟΝΕ (η λεγόμενη ομαλή αθέτηση πληρωμών ) δεν θα ήταν προς το συμφέρον της χώρας. Είναι πιθανόν να οδηγήσει σε απώλεια ελέγχου επί των εγχώριων τραπεζών, δεν θα άρει τη λιτότητα, θα κρατήσει τη χώρα εντός της ανταγωνιστικού πεδίου του ευρώ, και θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας καθώς η δημοσιονομική πολιτική θα τεθεί υπό τον ρητό έλεγχο των κρατών κέντρου. Η προοπτική μιας ενδεχόμενης εξόδου από την ΟΝΕ θα εξακολουθεί να υφίσταται.
Η αθέτηση πληρωμών πρέπει να γίνει με πρωτοβουλία του οφειλέτη, με κυρίαρχο και δημοκρατικό τρόπο που θα οδηγήσει σε βαθιά διαγραφή του χρέους. Η αθέτηση πληρωμών υπό την καθοδήγηση του οφειλέτη θα επιταχύνει κατά πάσα πιθανότητα την έξοδο από την ΟΝΕ. Η εγκατάλειψη του ευρώ θα προσφέρει περισσότερες επιλογές για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους δεδομένου ότι το κράτος θα μπορεί να μετατρέψει το σύνολο της οφειλής του στο νέο νόμισμα. Η έξοδος θα δημιουργήσει ευρύτερο πεδίο για τη διάσωση των τραπεζών μέσω της εθνικοποίησης και της παροχής εγχώριας ρευστότητας από τη στιγμή που θα έχει αποκατασταθεί η νομισματική πολιτική .Ωστόσο, η έξοδος θα δημιουργήσει νέα προβλήματα για τις τράπεζες καθώς μέρος του ενεργητικού τους , θα παραμείνει σε ευρώ. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε πιθανότατα να είναι η συρρίκνωση των ελληνικών τραπεζών με την πάροδο του χρόνου. Η έξοδος, τέλος, θα διαταράξει τη νομισματική κυκλοφορία και θα προκαλέσει προβλήματα στο ξένο συνάλλαγμα, καθώς το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί. Παρ 'όλα αυτά, η διατάραξη της νομισματικής κυκλοφορίας δεν προβλέπεται να είναι καθοριστική, ενώ η υποτίμηση θα δώσει την ευκαιρία για ταχύτατη ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας. Εν κατακλείδι, εάν η Ελλάδα κάνει αθέτησηπληρωμών , θα πρέπει να αποχωρήσει από την ΟΝΕ.
Η κρίση της Ευρωζώνης σηματοδοτεί το τέλος μιας περιόδου αυτοπεποίθησης για την οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης. Η ιδεολογία του Ευρωπαϊσμού , που υπόσχονταν αλληλεγγύη και ενότητα στους λαούς της Ευρώπης, είναι σε υποχώρηση καθώς το κέντρο έχει δαιμονοποιήσει την περιφέρεια κατά τη διάρκεια της κρίσης. Το βάθος και η σοβαρότητα της κρίσης προκάλεσαν έντονη κοινωνική αντίδραση κατά των μεγάλων τραπεζών και επιχειρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το αδιέξοδο στο οποίο κατέληξε η ΟΝΕ εγείρει την πιθανότητα πιο δραστήριας οικονομικής και κοινωνικής παρέμβασης των εθνικών κρατών της Ευρώπης στο ορατό μέλλον.
Σχολιάστε: