Μέσα στη σύγχρονη έκρηξη των γνώσεων και τον καταιγισμό πληροφοριών η τηλεόραση αποτελεί λόγω της εισόδου της σε όλα τα νοικοκυριά[1] ένα από τα κεντρικά πληροφοριακά συστήματα. Αποτελεί λοιπόν θέμα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος η μελέτη της επίδρασής της ειδικά στα παιδιά που απασχολεί με διάφορες μορφές την ακαδημαϊκή έρευνα είτε σε σχέση με τις επιπτώσεις του είτε ως μέσο χρήσης στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Λίγη ώρα πριν αρχίσουν οι γκρίνιες και τα νεύρα στο σπίτι, η τηλεόραση αποτελεί την πιο αποτελεσματική λύση. Το δωμάτιο πλημμυρίζει με ήχους και θέαμα, το σπίτι γεμίζει από ανθρώπους και ζώα. Η τηλεόραση είναι σίγουρα η πιο αποτελεσματική μπέιμπι-σίτερ, το εισιτήριο σε έναν κόσμο μαγείας για το παιδί και ηρεμίας για μας.
Σε έρευνα[2] που έγινε σε Δημοτικά Σχολεία της Θεσσαλονίκης και αφορά τις συνήθειες τηλεθέασης των μαθητών των δύο τελευταίων τάξεων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης διαπιστώθηκε ότι:
• το 22% των εκπομπών που παρακολουθούν τα παιδιά είναι ελληνικές σειρές, και ακολουθούν ξένες σειρές, παιδικές σειρές (17%), αθλητικά-αγώνες, κινούμενα σχέδια, ταινίες (7%)
• το 33% των εκπομπών που παρακολουθούν τις παρακολουθούν πάντα. Αντίστοιχο ποσοστό (33%) εκπομπών παρακολουθούνται συχνά από τα παιδιά
• το 18% των εκπομπών που παρακολουθούν τις παρακολουθούν την Δευτέρα. Τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 20% για την Κυριακή, 16% για την Παρασκευή και κοντά στο 10% για κάθε μία από τις άλλες μέρες
• σε εβδομαδιαία βάση 33% των εκπομπών που παρακολουθούν είναι τοποθετημένες χρονικά στην ζώνη 16-19, 25% στην ζώνη 19-22 και 15% στην ζώνη 7-12 (κυρίως το πρωί του Σαββάτου και της Κυριακής)
• ο μέσος χρόνος τηλεθέασης είναι κοντά στις 4 ώρες την Κυριακή, κοντά στις 3 ώρες την Δευτέρα και την Παρασκευή, 1,5 ώρα την Τρίτη και το Σάββατο και 2 περίπου ώρες Τετάρτη και Πέμπτη. Κάθε παιδί παρακολουθεί σχεδόν 2 με 2 1/2 ώρες ανά ημέρα στη διάρκεια της εβδομάδας.
Άλλη έρευνα[3] που έγινε ότι στις ΗΠΑ έδειξε ότι ένα παιδί που τελειώνει το Λύκειο μετράει περισσότερες από 15.000 ώρες τηλεθέασης.
παχυσαρκία
Η τηλεόραση ενοχοποιείται για την αύξηση της παιδικής παχυσαρκίας αφού όλοι μας καταναλώνουμε «σαβούρες» με άχρηστες θερμίδες μειώνοντας στο ελάχιστο την κίνηση. Μια νέα πολύ ενδιαφέρουσα εργασία[4] από τη Νέα Ζηλανδία έδειξε ότι η παρακολούθηση τηλεόρασης κατά την παιδική και εφηβική ηλικία έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία των παιδιών. Ο αριθμός των ωρών που τα παιδιά παρακολουθούσαν τηλεόραση σχετιζόταν στην ενήλικη ζωή με το υπερβολικό βάρος, την κακή φυσική κατάσταση και την υψηλή χοληστερίνη. Υπολογίστηκε, επίσης, ότι η παρακολούθηση περισσοτέρων από 2 ώρες ημερησίως τηλεόρασης κατά την παιδική και εφηβική ηλικία ευθύνεται για το 17% των περιπτώσεων υπερβολικού βάρους σώματος, 15% των περιπτώσεων κακής φυσική κατάστασης, 15% περιπτώσεων ψηλής χοληστερόλης και για ποσοστό 17% των καπνιστών.
Και άλλη μελέτη[5] επιβεβαιώνει τα ίδια συμπεράσματα. Όσο περισσότερο καθόμαστε τόσο περισσότερο βάρος έχουμε. Παιδιά ηλικίας 4 ετών που βλέπουν 2,4 ώρες τη μέρα τηλεόραση προσλαμβάνουν 1600 θερμίδες, ενώ αυτά που βλέπουν 1,1 ώρα τη μέρα παίρνουν 1486 θερμίδες. Με άλλα λόγια τα πιο τηλεορασιόπληκτα παιδιά θα ζυγίζουν 5-6 κιλά περισσότερο από τα άλλα μέσα σε ένα χρόνο.
Προεκτείνοντας μάλιστα τη σχέση μεταξύ της τηλεόρασης και της παχυσαρκίας ας τονίσουμε[6] και ότι τα παιδιά που έχουν στο δωμάτιό τους τηλεόραση απειλούνται περισσότερο από εκείνα που δεν έχουν. Η παρουσία της τηλεόρασης σχετίζεται τόσο με τα μειωμένα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας όσο και με την επιρροή της διαφήμισης. Έχει επιβεβαιωθεί ότι η απομάκρυνση της τηλεόρασης από το υπνοδωμάτιο μειώνει τις πιθανότητες εμφάνισης της παχυσαρκίας.
κρίσεις επιληψίας, αντικοινωνικότητα και μαθησιακές δυσκολίες
Οι επιστήμονες κατηγορούν την τηλεόραση για αρνητικές επιρροές. Ευθύνεται για την έλλειψη δημιουργικότητας των παιδιών και φαντασίας, καθώς αυτά απορροφώνται και ούτε παίζουν ούτε τρέχουν ούτε ακούνε ιστορίες και φυσικά δε διαβάζουν. Σπάνια ζωγραφίζουν ή γενικότερα αναπτύσσουν άλλες δεξιότητες. Παράλληλα, η τηλεόραση συνδέεται άμεσα με τους εφιάλτες και φοβίες που τα βασανίζουν, επειδή ακριβώς -ανάλογα με την ηλικία τους- δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το αληθινό από το πλαστό επεισόδιο.
Η τηλεόραση και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια αναστατώνουν τις φυσιολογικές διαδικασίες της κοινωνικής μας ζωής. Όταν η προσοχή όλων των μελών της οικογένειας ή της παρέας είναι στραμμένη μπροστά σε μια οθόνη, τότε η επικοινωνία τους είναι ελάχιστη. Στις περιπτώσεις που θα μιλήσουν μεταξύ τους, οι κουβέντες τους είναι σύντομες και σχεδόν πάντα αφορούν αυτό που εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν. Δεν υπάρχει συνέχεια στη συζήτηση παρά μόνο σύντομα σχόλια ενθουσιασμού ή αποδοκιμασίας σχετικά με τα τεκταινόμενα στην οθόνη.
Τα έντονα χρώματα και οι δυνατές λάμψεις είναι γνωστό ότι προκαλούν κρίσεις επιληψίας. Ένα στα 3.500 άτομα στη Βρετανία υποφέρουν από αυτής της μορφής επιληψία, ονομαζόμενη φωτοεπιληψία. Από έρευνες προκύπτει ότι η πάθηση εκδηλώθηκε στην περίοδο της εφηβείας, όπου και παρατηρείται η μεγαλύτερη έκθεση σε βιντεο-παιχνίδια.
Τα ηλεκτρονικά παιχνίδια σε αυτή την περίπτωση είναι μάλλον πιο βλαβερά από ότι η τηλεόραση, καθώς σε αυτά υπάρχουν συχνότερα δυνατά φώτα και εναλλασσόμενες λάμψεις, όμως και τα δύο μπορεί να προκαλέσουν μια επιληπτική κρίση. Στην Ελλάδα πρόσφατη έρευνα[7] έδειξε ότι οι περισσότερες φωτοεπιληψίες στις ηλικίες 7-19 ετών εκδηλώνονται μισή ώρα μετά την έναρξη του παιχνιδιού.
Η τηλεόραση όμως ευθύνεται και για τον υπερκαταναλωτισμό και την εμφάνιση συμπλέγματος κατωτερότητας στα παιδιά, διότι δεν μπορούν να αποκτήσουν -όλα αν είναι δυνατόν- τα διαφημιζόμενα παιχνίδια. Πέρα από το γεγονός ότι διαμορφώνει καταναλωτικά όντα.
Και να σταματούσαμε μόνο εδώ; Στη σχολική ηλικία, τα παιδιά με πολύωρη παρακολούθηση τηλεόρασης στο ενεργητικό τους αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες και προβλήματα κοινωνικότητας. Σε έρευνα[8] φάνηκε ότι ο χρόνος που κοιτάζουν τηλεόραση τα παιδιά κατά το Σαββατοκύριακο, επηρεάζει τους βαθμούς τους εάν αυτός ξεπερνά τις 4 ώρες. Παράλληλα, φάνηκε ότι τα παιδιά που κοιτάζουν έργα που είναι ακατάλληλα για την ηλικία τους, με βίαιο περιεχόμενο ή ζώνης ενηλίκων, έχουν επίσης μεγαλύτερο κίνδυνο να παίρνουν χαμηλότερους βαθμούς στο σχολείο.
Δε διαβάζουν, γιατί δεν έμαθαν ότι και στο βιβλίο συναντώνται ευχάριστοι και φανταστικοί κόσμοι. Επιπλέον, τα μάθαμε να μην εξασκούν το πνεύμα τους, αλλά να δέχονται την εύπεπτη κινούμενη εικόνα του «κουτιού», ώστε στο σχολείο να μη χρησιμοποιούν τη φαντασία τους και τη δημιουργικότητά τους· κουράζονται και βαριούνται εύκολα, ενώ είναι ανίκανα να συγκεντρώσουν την προσοχή τους σε οποιαδήποτε δραστηριότητα· δεν μπορούν να συγκεντρωθούν στο βιβλίο που απαιτεί αργούς ρυθμούς και ταυτόχρονη εξάσκηση του μυαλού.
Άλλού[9] φάνηκε ότι επειδή τα παιδιά υποχρεώνονται να εστιάζουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε αντικείμενα που βρίσκονται πολύ κοντά τους το μάτι για να προσαρμοστεί, αυξάνει την επιμήκη διάμετρο του. Έτσι μπορεί με λιγότερο κόπο να εστιάζει στα αντικείμενα όπως οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τα παιγνίδια βίντεο, τα βιβλία και οι τηλεοράσεις που βρίσκονται κοντά. Αυτό δεν επιτρέπει να εστιάζουν σε αντικείμενα που είναι μακριά προκαλώντας μυωπία. Όσες περισσότερες ώρες ξοδεύουν καθημερινά τα παιδιά στις δραστηριότητες αυτές, τόσο πιο σοβαρό δυνατόν να γίνεται το πρόβλημα.
ένας βίαιος και σεξουαλικός κόσμος
Από την άλλη, έχει εκτιμηθεί ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν στην κυριολεξία μπροστά στην τηλεόραση βομβαρδίζονται από τις εικόνες ενός βίαιου κόσμου, αφού έχει δει 8.000 φόνους ως τα 12 έτη του. Η συνεχόμενη έκθεση στη βία, μέσω της τηλεόρασης (και ας προσθέσουμε και τη γύρω του βιωτική βία), συμβάλλει στην αύξησή της εκφραζόμενη τόσο στο σχολείο όσο και έξω από αυτό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά που βλέπει ένα παιδί στην τηλεόραση διαμορφώνουν και την άποψή του για τον κόσμο. Σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας[10], το 57% των τηλεοπτικών προγραμμάτων περιέχουν κάποια μορφή βίας που είναι επιβλαβής για την ψυχολογία του παιδιού. Έρευνες[10] έχουν δείξει ότι οι ταινίες τρόμου, τα γνωστά μας θρίλερ, μπορεί να οδηγήσουν σε μετατραυματικό στρες στα παιδιά. Άλλη έρευνα στις ΉΠΑ[11] τόνισε ότι ένα παιδί 18.000 δολοφονίες από την τηλεόραση στη διάρκεια της σχολικής του ζωής.
Η τηλεόραση συμβάλλει, λοιπόν, στην αύξηση της επιθετικότητας και των φόβων του παιδιού. Από την άλλη το απευαισθητοποιεί και μειώνει τη συμπόνοιά του για τον πόνο των άλλων· δηλαδή το παιδί παύει να συμπάσχει ή να κατανοεί τον πόνο -ψυχολογικό και σωματικό- δημιουργώντας έναν κόσμο ατομισμού κι εγωπάθειας περιορισμένο στην απρόσωπη αλλοτρίωση της οικίας. Τα παιδιά ακόμη και στην προσχολική ηλικία μπορεί να εκδηλώσουν βίαιη συμπεριφορά, αλλά οι γονείς και οι άλλοι ενήλικες μολονότι ανησυχούν, ελπίζουν ότι το «παιδί θα «στρώσει» μεγαλώνοντας».
Εξάλλου, τα παιδιά που παρουσιάζουν τέτοιες ψυχολογικές διαταραχές, τείνουν να έχουν άγχος ή φόβους από τη φύση τους, αλλά και αυτά με μαθησιακές δυσκολίες είναι τα πιο επιρρεπή στις αρνητικές επιδράσεις της τηλεόρασης, καθώς δυσκολεύονται να φιλτράρουν τις πληροφορίες που παίρνουν και να κατανοήσουν αυτό που βλέπουν και τις συνέπειές του. Οι σκηνές βίας εμποτίζουν ακόμα και τα πολύ μικρά παιδιά, ενός ή δύο ετών, τα οποία δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το πραγματικό από το φανταστικό. Η συνεχής έκθεση στην τηλεοπτική βία είναι πιο καταστρεπτική σε σχέση με την περιστασιακή.
Οι τηλεπαρουσιαστές και οι διάφοροι κονδυλοφόροι[12] φυσικά αρέσκονται μέσα στο συντηρητισμό τους να τονίζουν ότι η βίαιη συμπεριφορά μπορεί να επηρεάζεται και από γενετικούς παράγοντες για να αποκρύψουν της ευθύνες του ταξικού εκπαιδευτικού μας συστήματος, που αναπαράγει σκόρπιες και στείρες γνώσεις και που μεταφέρει ήθη περασμένων -υπέροχων (!)- εποχών.
Ωστόσο, η βία και ο τρόμος δεν είναι τα μόνα λανθασμένα μηνύματα που προβάλλονται από την τηλεόραση. Δυνατά μηνύματα σεξουαλικής συμπεριφοράς και στερεοτύπων προβάλλονται διαρκώς στα τηλεοπτικά προγράμματα και επηρεάζουν τα μικρά παιδιά. Σε μια έρευνα αναφορικά με την παρακολούθηση προγραμμάτων σεξουαλικού περιεχομένου[13] φάνηκε ότι οι έφηβοι που παρακολουθούσαν πολλά προγράμματα στην τηλεόραση με σεξουαλικού τύπου περιεχόμενο, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να αρχίσουν σεξουαλικές σχέσεις με συνουσία σε σύγκριση με τους έφηβους που παρακολουθούσαν λιγότερα προγράμματα αυτού του τύπου. Από την άλλη η παρακολούθησή τους τούς ωθούσε να προχωράνε σε πιο προχωρημένα στάδια σεξουαλικών δραστηριοτήτων (ομοφυλοφιλία ή σαδομαζοχιστικά συμπλέγματα). Σε άλλα παιδιά η παρακολούθηση προγραμμάτων με περιεχόμενο σεξουαλικού τύπου στην τηλεόραση είχε σαν αποτέλεσμα να τα κάνει να προχωρούν από τα απλά χάδια και φιλιά σε δραστηριότητες, όπως ο στοματικός έρωτας προτού φτάσουν στη συνουσία. Τέλος φάνηκε ότι δεν ευθύνονται μόνο οι πορνογραφικές ταινίες αλλά και οι συνομιλίες και τα υπονοούμενα ή αστεία, είχαν ακριβώς ανάλογη επίδραση στην αντίληψη και τη συμπεριφορά των εφήβων σε σχέση με το σεξ.
[1] Το ποσοστό κατοχής μιας τουλάχιστον συσκευής ανέρχεται στο 99% και με μέσο χρόνο τηλεθέασης τεσσάρων (4) περίπου ωρών τη μέρα.
[2] Η έρευνα σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε στο πλαίσιο των μαθημάτων του Διδασκαλείου "Δημήτρης Γληνός" (θεσμού μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ. Ας σημειωθεί ότι δεν αποτελούσε στόχο της έρευνας η διοργάνωση δειγματοληπτικής έρευνας σε σχέση με το παραπάνω θέμα, αλλά αποτελεί το έναυσμα για την οργάνωση ευρείας κλίμακας απογραφικής έρευνας στην Κεντρική Μακεδονία και στην Κύπρο (Λάρνακα) στο πλαίσιο του προγράμματος "ακαδημαϊκής και επαγγελματικής αναβάθμισης των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας".
[3] Κώστας Χρηστάκης, μπορεί να προστατευτεί το παιδί από την τηλεόραση;
[4] Μέιβης Μότσκα, παιδιά και τηλεόραση, η αντικοινωνική επίδραση της τηλεόρασης, Ιανουάριος 2006.
[5] Int.J.Obesity 2003.
[6] Έρευνα του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης.
[7] Εφημερίδα Αγγελιοφόρος, 09/11/2006.
[8] δείγμα ήταν .508 παιδιά και εφήβοι σχολείων μέσης εκπαίδευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στόχος της έρευνας ήταν να διευκρινιστεί η επίδραση στους βαθμούς που έπαιρναν τα παιδιά στο σχολείο του χρόνου παρακολούθησης τηλεόρασης, του περιεχομένου που έβλεπαν και του χρόνου που περνούσαν παίζοντας παιγνίδια βίντεο.
[9] Οι Αυστραλοί ερευνητές ανέλυσαν τα δεδομένα από 40 σχετικές εργασίες και διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχαν πειστικά ευρήματα που να τεκμηριώνουν το γεγονός ότι η σοβαρή αύξηση των περιστατικών μυωπίας, οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Αντίθετα, πιστεύουν ότι το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο ότι οι νέοι σήμερα, από πολύ μικρή ηλικία, αφιερώνουν ένα πολύ μεγάλο μέρος του χρόνου τους στο να παρακολουθούν τηλεόραση, να εργάζονται σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να διαβάζουν.
[1ο] Μέιβης Μότσκα, ό.π..
[11] Μέιβης Μότσκα, ό.π..
[12] Γρηγόρης Βασιλειάδης, η βίαιη συμπεριφορά από παιδιά και εφήβους -για μια καλύτερη κατανόηση του φαινομένου
[13] Γιατροί από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας μελετώντας 1.792 εφήβους 12 με 17 ετών εξέτασαν τις συνήθειές τους σχετικά το περιεχόμενο της τηλεόρασης που παρακολουθούσαν και τη σεξουαλική τους δραστηριότητα.
Από: http://chldimos.blogspot.com/2007/05/blog-post_07.html
Σχολιάστε: